Μετάβαση στο περιεχόμενο

🌸 Ιστορία 5 — Το Λουλουδόξυλο και το Τραγούδι του Ανέμου

Το Λουλουδόξυλο

Το πρωινό στη Λιμνούλα ήταν γλυκό, ήρεμο, μα… κάπως διαφορετικό.

Τα ψαράκια έκαναν μικρές, στρογγυλές κινήσεις σαν να χαιρετούν, αλλά έμοιαζαν λίγο πιο αργά από το συνηθισμένο.

Ο Τιμόθεος πλησίασε πρώτος.

«Καλημέρα, μικρά μου! Σας λείπει κάτι;»

Τα ψαράκια έκαναν μια μικρή δίνη και σταμάτησαν.

Ο Ερμής έσκυψε, στηρίζοντας τη μαγκούρα του στο έδαφος.

«Ίσως… θέλουν απλώς τον Λότο σήμερα.»

Το Ελαφάκι τέντωσε τα αυτιά της.

«Πού είναι ο Λότο; Δεν ξύπνησε μαζί μας…»

Ο Πίθηκος κρεμάστηκε ανάποδα από ένα κλαδί.

«Τον είδα χθες το βράδυ να μαζεύει μικρές ρίζες. Μου είπε πως θέλει να τις φυτέψει πίσω από τη Φωτεινή Πέτρα. Ίσως πήγε εκεί.»

Ο Ερμής χαμογέλασε απαλά.

«Ο μικρός μας φίλος θέλει λίγη ηρεμία για να τακτοποιήσει τον χώρο του. Θα τον δούμε πάλι σύντομα.»

Αλλά τα ψαράκια συνέχιζαν να κινούνται παράξενα.

Ο Τιμόθεος έδειξε την επιφάνεια.

«Σαν να μας λένε κάτι, Ερμή…»

Ο ελέφαντας κοίταξε μακριά, προς το νότο.

«Ίσως ήρθε η ώρα να εξερευνήσουμε μια περιοχή που δεν έχουμε επισκεφθεί ποτέ… Το Λουλουδόξυλο.»

Το Ελαφάκι έλαμψε.

«Το δέντρο με τα λουλούδια που ανθίζουν όλη μέρα;»

«Ακριβώς. Αλλά ο δρόμος είναι δύσβατος. Χρειαζόμαστε βοήθεια.»

Ο Πίθηκος αναπήδησε.

«Βοήθεια από ποιον; Μη μου πεις…»

Ο Ερμής χαμογέλασε.

«Ναι. Από τον Άργκος.»


🪨 Συνάντηση με τον Άργκος

Η παρέα κατευθύνθηκε προς τα δυτικά. Η φωλιά του Άργκος έλαμπε απαλά από μακριά.

Ο Άργκος ήταν έξω και τακτοποιούσε μεγάλες πέτρες.

«Άργκος!» φώναξε ο Τιμόθεος. «Θέλουμε τη βοήθειά σου!»

Το αγριογούρουνο γύρισε.

«Τι συμβαίνει;»

Ο Ερμής εξήγησε:

«Θέλουμε να φτάσουμε στο Λουλουδόξυλο. Μόνο εσύ ξέρεις το μονοπάτι μέσα από τους βράχους.»

Ο Άργκος χτύπησε τη γη με το πόδι του.

«Το ξέρω αυτό το μέρος. Είναι ήσυχο. Θα σας πάω.»

Ο Τιμόθεος πήδηξε χαρούμενος.

«Ευχαριστούμε, Άργκος!»


🌸 Το Λουλουδόξυλο

Το μονοπάτι κατέβαινε σε μια ήσυχη, πυκνή περιοχή του νότου.

Και τότε το είδαν.

Ένα τεράστιο δέντρο, με λουλούδια σε όλα τα κλαδιά. Ροζ, λευκά, χρυσοκίτρινα… και όλα ανοιχτά, σαν να μην τα άγγιξε ποτέ η νύχτα.

Αλλά κάτι ήταν παράξενο.

Τα λουλούδια… κινούνταν.

Αργά. Απαλά. Σαν να ''άκουγαν'' κάτι.

Ο Πίθηκος έγειρε το κεφάλι.

«Μα δεν φυσάει…»

Ο Ερμής έκλεισε τα μάτια του.

«Αυτό είναι… το Τραγούδι του Ανέμου.»

Ένα μικρό, ροζ πέταλο έπεσε μπροστά τους. Όταν άγγιξε το έδαφος, ακούστηκε ένα απαλό:

Ντιν…

Ο Τιμόθεος τινάχτηκε.

«Το άκουσες κι εσύ;»

Τα λουλούδια έγειραν όλα μαζί, δείχνοντας προς μια μικρή κοιλάδα.

Ο Άργκος είπε:

«Μας δείχνουν κατεύθυνση.»

Ο Ερμής χαμογέλασε.

«Δεν μας καλεί σε κίνδυνο. Μας καλεί… σε μελλοντική ανακάλυψη.»

Η παρέα δεν προχώρησε βαθιά. Το δάσος έμοιαζε να τους λέει ότι δεν ήταν ακόμα η ώρα.


🌈 Επιστροφή

Στον δρόμο της επιστροφής, ο Άργκος περπατούσε πλάι τους ήρεμος.

«Χάρηκα που ήρθα μαζί σας,» είπε.

Το Ελαφάκι χαμογέλασε.

«Κι εμείς. Ελπίζουμε να ξαναπάμε παρέα.»

Όταν έφτασαν στη Λιμνούλα, τα ψαράκια χόρευαν ξανά χαρούμενα.

Ο Ερμής είπε ήσυχα:

«Σήμερα ακούσαμε μία νότα. Το δάσος έχει κι άλλες… και θα τις βρούμε.»

Και κάπου στον νότο, ένα πέταλο του Λουλουδόξυλου λαμποκοπούσε σαν μικρή υπόσχεση.