Μετάβαση στο περιεχόμενο

🌸 Ιστορία 9 — «Η Κοιλάδα που Ψιθύριζε»

Ιστορία 9

Το πρωινό στη Λιμνούλα ήταν ήσυχο… σχεδόν υπερβολικά ήσυχο. Τα ψαράκια κινούνταν αργά, σαν να περίμεναν κάτι. Ο Τιμόθεος τα παρατήρησε πρώτος.

«Μοιάζουν σαν να ακούν μουσική… αλλά δεν υπάρχει μουσική!»

Ο Ερμής ακούμπησε τη μαγκούρα στο νερό.

«Ίσως ακούνε κάτι που εμείς δεν ακούμε.»

Ο Λότο πλησίασε κρατώντας τη μικρή Φωτεινή Πέτρα. Ήταν πιο απαλή σήμερα, σαν να έτρεμε ελαφρά.

«Νομίζω… κάτι θέλει να μας δείξει.»

Τότε οι παπαγάλοι προσγειώθηκαν γρήγορα.

«Ερμή! Κάτι περίεργο γίνεται στο Νότο! Το Λουλουδόξυλο… κινείται μόνο του!»

Το Ελαφάκι αναπήδησε.

«Κινείται;!»

Ο Ερμής χαμογέλασε ήσυχα.

«Ίσως… να ήρθε η στιγμή να δούμε ξανά εκείνη την κοιλάδα που μας έδειξαν τα πέταλα.»


🌿 Πίσω στο Λουλουδόξυλο

Το μονοπάτι προς τη Νότια Ζώνη ήταν ηλιόλουστο και ήρεμο. Ο Άργκος και ο Φτερνιστούλης ενώθηκαν με την παρέα στη μέση της διαδρομής.

«Είδα το δέντρο από μακριά», είπε ο Άργκος. «Τα λουλούδια έγερναν προς την κοιλάδα… όλα μαζί. Αυτό δεν το έχω ξαναδεί.»

Ο Πίθηκος γέλασε. «Ναι, γιατί συνήθως εσύ κοιτάς μόνο τις πέτρες σου!»

Ο Φτερνιστούλης βούτηξε σε έναν μικρό λάκκο μόνο και μόνο για να είναι σίγουρος ότι δεν θα φτερνιστεί.

«Εγώ πάω όπου πάει η λάσπη!»

Φτάνοντας στο Λουλουδόξυλο, η εικόνα ήταν μαγευτική:

Τα λουλούδια του κινούνταν όλα προς μία κατεύθυνση — τη μικρή, ήσυχη κοιλάδα που τους είχε δείξει το πέταλο στην Ιστορία 5.

Και τότε συνέβη κάτι νέο.

Ένα λεπτό, σχεδόν αόρατο ρεύμα αέρα πέρασε ανάμεσά τους.

Κανείς δεν το ένιωσε με το δέρμα του.

Αλλά τα λουλούδια… έκαναν μια ολόκληρη αρμονία.

Σαν ύμνο.

«Ντιν—νταααα—ντιν…»

Ο Τιμόθεος άνοιξε τα μάτια του διάπλατα.

«Αυτό δεν το είχαμε ξανακούσει!»

Ο Ερμής μισόκλεισε τα μάτια.

«Είναι σαν… απάντηση στο τραγούδι των πετρών.»


🌼 Η Κοιλάδα που Ψιθύριζε

Μπαίνοντας μέσα στην κοιλάδα, πρόσεξαν ότι ήταν πιο δροσερή απ' όσο θυμόντουσαν. Το έδαφος είχε μικρές λαμπερές κουκκίδες — σαν ίχνη φωτεινής γύρης.

Ο Άργκος χαμήλωσε το κεφάλι του.

«Περίεργο… η λάμψη τους μοιάζει με τις δικές μου πέτρες… αλλά πιο απαλές.»

Ο Φτερνιστούλης πλησίασε μία κουκίδα.

«Μηηη… φτερνιστώ…»

Δεν φτερνίστηκε.

«Ε;! Αυτές δεν με πειράζουν!»

Ο Λότο άγγιξε τη δική του πέτρα. Άρχισε να λάμπει… αλλά όχι με τον τρόπο που το έκανε στη φωλιά του Άργκος.

Τώρα έλαμπε με ροζ και χρυσαφένιες αναλαμπές — όπως τα πέταλα του Λουλουδόξυλου.

Ο Τιμόθεος ψιθύρισε:

«Σαν να… μιλάνε μεταξύ τους.»

Και τότε…

Ακριβώς στο κέντρο της κοιλάδας, το έδαφος έκανε έναν μικρό δονητικό ήχο:

«Οοοοοουυυυμ…»

Ο Ερμής πάγωσε.

«Αυτός είναι ο ίδιος ήχος με τις πέτρες!»

Σιγά–σιγά, από το έδαφος ξεπρόβαλε κάτι.

Όχι πέτρα.

Όχι λουλούδι.

Ένα μικρό, κρυστάλλινο μπουμπούκι.

Δεν ήταν φυτεμένο — έμοιαζε να αναδύεται από μόνο του.


✨ Το Κρυστάλλινο Μπουμπούκι

Το μπουμπούκι έβγαζε έναν απαλό, παλμικό ήχο. Η Φωτεινή Πέτρα του Λότο απάντησε με ένα χαμηλό:

«Πινγκ…»

Τα λουλούδια του Λουλουδόξυλου έγειραν προς αυτό.

Ο Άργκος ψιθύρισε:

«Τι… είναι αυτό το πράγμα;»

Ο Ερμής έβαλε το χέρι του πάνω από το μπουμπούκι, χωρίς να το αγγίξει.

«Δεν είναι πέτρα. Δεν είναι λουλούδι. Είναι… κάτι ανάμεσα.»

Ο Φτερνιστούλης το μύρισε διστακτικά.

«Μμμ… μυρίζει σαν… βροχή που έρχεται!»

Ο Πίθηκος χτύπησε τα χέρια.

«Ναιααα! Μυρίζει φρέσκο!»

Ο Ερμής έμεινε σκεπτικός.

«Φίλοι μου… νομίζω πως βλέπουμε την πηγή ενός παλιού δεσμού: τη σύνδεση ανάμεσα στη μαγεία των πετρών… και στο Τραγούδι του Ανέμου.»

Το Ελαφάκι πλησίασε.

«Δηλαδή… η μαγεία του δάσους… συνεργάζεται; Δεν είναι μία;»

Ο Ερμής χαμογέλασε.

«Το δάσος είναι ζωντανό, παιδί μου. Και όλες οι μορφές του μιλούν μεταξύ τους.»

Το μπουμπούκι άνοιξε λίγο περισσότερο. Μία απαλή λάμψη βγήκε από μέσα.

Και τότε — σαν να μιλούσε απευθείας στο μυαλό τους — άκουσαν έναν ψίθυρο:

«Όταν φύση και φως ενωθούν… το μονοπάτι θα ανοίξει.»

Ο Τιμόθεος κοίταξε τον Ερμή.

«Τι σημαίνει αυτό;»

Ο Ερμής χαμογέλασε.

«Σημαίνει… ότι το δάσος μάς οδηγεί ένα βήμα πιο κοντά στο μυστικό του.»


🌈 Επιστροφή

Φεύγοντας από την κοιλάδα, το κρυστάλλινο μπουμπούκι ξαναέκλεισε απαλά — σαν να ήθελε χρόνο να μεγαλώσει.

Ο Λότο το κοίταξε πίσω του.

«Νομίζετε… ότι μια μέρα θα γίνει μεγάλο;»

«Νομίζω πως θα γίνει ό,τι χρειάζεται να γίνει», είπε ο Ερμής.

Ο Άργκος έγειρε προς τον Φτερνιστούλη.

«Και εσύ… δεν φτερνίστηκες ούτε μία φορά σήμερα.»

Ο Φτερνιστούλης φούσκωσε από περηφάνια.

«Ναι! Μόνο όταν βλέπω πολύ φως… αλλά εδώ… το φως είναι μαλακό. Σαν αγκαλιά.»

Ο Τιμόθεος γέλασε.

«Το δάσος σε συμπαθεί, Φτερνιστούλη.»

Ο Φτερνιστούλης κοκκίνισε κάτω από τη λάσπη.

«Κι εγώ το συμπαθώ.»

Τα ψαράκια στη Λιμνούλα χόρευαν ξανά όπως πάντα. Αλλά αυτή τη φορά… πιο ρυθμικά.

Σαν να χόρευαν σε έναν νέο, μαγικό σκοπό.

Και κάπου στη Νότια Κοιλάδα… το μικρό μπουμπούκι άστραφτε, έτοιμο να ξυπνήσει ξανά όταν το δάσος το θελήσει.